Ο Φρανσουά Ρικάρ γράφει για τον Φιλίπ Μυρέ

(Απόσπασμα από παλιότερο άρθρο του κεμπεκιανού δοκιμιογράφου Φρανσουά Ρικάρ [François Ricard] με αφορμή την έκδοση του συγκεντρωτικού τόμου με τα άρθρα και τις συνεντεύξεις του Μυρέ, το 2010)

Δεν γνωρίζω, σε ό,τι αφορά το σύγχρονο γαλλικό λογοτεχνικό τοπίο, έργο πιο ξεχωριστό και πιο απελευθερωτικό, που να απολαμβάνεις περισσότερο να το διαβάζεις, από το έργο του αείμνηστου Φιλίπ Μυρέ (1945-2006).

Μιλώ έχοντας προφανώς κατά νου τα μυθιστορήματά του (Postérité [1988], On ferme [1997]), την ποίησή του (Minimum respect, 2003) και τα εκπληκτικά δοκίμια που έγραψε για τον Σελίν (1981), τη Δόξα του Ρούμπενς (1991) ή τον 19ο αιώνα στο πέρασμα των αιώνων. Ωστόσο ο πιο ατόφιος κι εκθαμβωτικός Μυρέ, αν μπορώ να το θέσω έτσι, είναι ο Μυρέ της δεκαετίας του ’90 και του 2000. Ήταν τότε που, κόβοντας κάθε δεσμό με τα παρισινά καφέ και την πόζα των διάφορων πρωτοποριών κι ενάρετων αποστόλων της πολιτικής ορθότητας, ρίχτηκε σ’ έναν ανηλεή πόλεμο ενάντια στη βλακεία και την αφέλεια της εποχής μας, συντάσσοντας κάθε μήνα, σχεδόν καθημερινά, σελίδες γεμάτες ενθουσιώδη σφοδρότητα ενάντια σ’ αυτό που αποκαλούσε «εορταστικό καθεστώς»: ενάντια σε αυτό το νέο κοινωνικό καθεστώς που δοξάζουν οι στρατιές των «προβ(ατ)οκατόρων του Πανούργου» κι οι διάφοροι «διανοούμενοι του καθησυχασμού» και στο οποίο ο ίδιος διέβλεπε μια ριζική αλλαγή του τρόπου με τον οποίον αντιλαμβάνεται η Δύση τον εαυτό της και τον προορισμό της -μια ριζική αλλαγή του τρόπου με τον οποίο η Εσπερία κατανοεί τον πολιτισμό αλλά και την ανθρώπινη κατάσταση γενικότερα.

Προφανώς κι ο Μυρέ δεν είναι ο μόνος που ανέλυσε με κριτική ματιά την «μετά» ή «υπερ» νεωτερική φάση του καπιταλισμού, η οποία σηματοδοτούσε γι’ αυτόν το «τέλος της Ιστορίας» και την εγκαθίδρυση ενός νέου «παραδείγματος», ταυτοχρόνως οντολογικού κι υπαρξιακού, το οποίο θεμελιώνεται στην απώθηση κάθε αρνητικότητας, κάθε ορίου, κάθε δεσμού με το παρελθόν· ένα νέο παράδειγμα εμφορούμενο από μια ξέφρενη κι εκ της φύσης της ανικανοποίητη αναζήτηση μιας «ελευθερίας» και μιας «χαράς» που στην πραγματικότητα άλλο τίποτε δε συνιστούν παρά την οριστική αποδοχή της ίδιας μας της αλλοτρίωσης και απανθρωποποίησης, του διαγουμίσματος του κόσμου που μας εμπιστεύτηκαν η ιστορία κι ο παρελθών μας πολιτισμός.

Είναι, ωστόσο, ο μόνος που το έκανε με τέτοια ζωντάνια και σε μια πρόζα τόσο πλούσια κι επινοητική, με μια τόσο εξαίσια μοχθηρία κι ένα τόσο άπταιστο χιούμορ. Τα γραπτά του είναι τα μόνα στα οποία όλη αυτή η δουλειά σ’ επίπεδο παρατήρησης, ανάλυσης και καταγγελίας είναι έργο ενός γνήσιου συγγραφέα: τουτέστιν κάποιου που ξέρει να διαβάζει τις πιο καθημερινές εκφάνσεις της ζωής και ν’ αποκωδικοποιεί την πιο φαινομενικά τετριμμένη επικαιρότητα, προκειμένου να οδηγεί τον αναγνώστη σε τούτη τη μαγεία που μπορεί να προσφέρει η αποκάλυψη μιας καινούργιας αλήθειας, ταυτοχρόνως αυτονόητης και σκοτεινής, τρομακτικής και βλακώδους.

Μαιτρ της υπερβολής και των λογοπαιγνίων, μάστορας της ανελέητης σάτιρας και της πολεμικής, εξαιρετικά ευφυής και φορέας μιας εντυπωσιακής καλλιέργειας, ο Μυρέ γράφει σ’ ένα στυλ ταυτοχρόνως ψυχρό και παθιασμένο. Μπορεί οι διάφοροι καλοθελητές να τον βλέπουν τη μια ως κυνικό και την άλλη ως «αντιδραστικό», αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται απλώς για ένα πνεύμα διαυγές μα κι απογοητευμένο συνάμα, που ταυτοχρόνως γελά κι εξανίσταται με τα ανεκδιήγητα καραγκιοζιλίκια της εποχής μας. Μιας εποχής στην οποία δε χάριζε κάστανο, καθώς προτιμούσε να βρίσκεται απ’ έξω, εκτός παιχνιδιού, σε μια γωνιά και να παρατηρεί.

Ο Μυρέ παρέμεινε για πολύ καιρό ένας περιθωριακός συγγραφέας, σχεδόν άγνωστος. Ιδού όμως που μετά τον πρόωρο θάνατό του τα βιβλία του προσελκύουν το ενδιαφέρον όλο και περισσότερων αναγνωστών, χαρίζοντάς του σήμερα στη Γαλλία αλλά και στο Κεμπέκ μιαν αναπάντεχη αποδοχή. Λες και το κοινό ανακάλυψε ξαφνικά τόσο τη δύναμη της σκέψης του όσο και το εύρος αλλά και την ομορφιά του έργου του.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *